The Reckless Moment
(The Reckless Moment, Σκην Max Ophüls, 1949)
Στην τέταρτη και τελευταία ταινία της αμερικανικής περιόδου του Ophüls, συναντώνται δύο διακριτά κινηματογραφικά είδη: το χολυγουντιανό μελόδραμα και το φιλμ νουάρ. Το πρώτο εκφέρεται από μια ειδυλλιακή εικόνα ευυπόληπτης μεσοαστικής οικογένειας όπου, λόγω της πρόσκαιρης απουσίας του Πατέρα, η ευθύνη για την προστασία της βρίσκεται αποκλειστικά στη Μητέρα (η έξοχη Joan Bennett) και το δεύτερο από τον επικίνδυνο υπόκοσμο που επιχειρεί να διαταράξει την αρμονία του πρώτου εκμεταλλευόμενος ένα ερωτικής φύσεως ολίσθημα της κόρης της οικογένειας που πυροδοτεί μια αλυσίδα απειλητικών καταστάσεων για την συνοχή και κυρίως το όνομα της οικογένειας.
H αντίθεση αυτών των δύο κόσμων, όμως, κάθε άλλο παρά απλή και προφανής είναι. Ο σκηνοθέτης υπονομεύει υπόγεια το ηθικιστικό ιδανικό του μεσοαστικού οικογενειακού βίου ιχνογραφώντας τον ανεκπλήρωτο συναισθηματικό κόσμο της ηρωίδας. Όσο και αν αυτή δίνει φαινομενικά την εντύπωση ότι ελέγχει πλήρως την κατάσταση και είναι ικανή να αντιμετωπίσει οτιδήποτε με σύνεση και ετοιμότητα, παραμένει κατ' ουσία εγκλωβισμένη ενός τρόπου ζωής που δίνει μεγαλύτερη έμφαση στα προσωπεία παρά στα πρόσωπα. Ο υπερβολικός τρόπος που αντιδρά όταν αντιμετωπίζει τον εραστή της κόρης της για την αποκατάσταση της ευπρέπειας και της τάξης, η τεταμένη σχέση της με το μικρότερο γιο της αλλά και το απλό γεγονός ότι καπνίζει ακατάπαυστα (πράγμα που δίνει αφορμή στο σκηνοθέτη να παίξει κρυφτούλι με τους κώδικες της λογοκρισίας βάζοντας τον γκάγκστερ James Mason να της δωρίσει μια ταμπακέρια θέλοντας να εκφράσει το ανείπωτο) είναι σημάδια καταπιεσμένου θυμικού και έλλειψης συναισθηματικής επικοινωνίας. Η ηρωίδα δυσανασχετεί στον κόσμο της αλλά δεν το έχει ή δεν θέλει να το συνειδητοποιήσει. Εδώ ο Ophüls προσεγγίζει το δίπολο ρομαντικού έρωτα και στεγνού γάμου από αντίθετη φορά με αυτή στο Letter From an Unknown Woman.
Ο κύριος πρεσβευτής του κόσμου των γκάγκστερ (ο εκπληκτικός James Mason) είναι το ακριβές αντίθετο της ηρωίδας. Θέλει να ξεφύγει από τον υπόκοσμο, αλλά δεν μπορεί καθώς γνωρίζει ότι είναι πλέον αργά. Ωστόσο σταδιακά από εκβιαστής της ηρωίδας και θύτης , μετατρέπεται σε αρωγό και εν τέλει σε σωτήρα. Ο κόσμος από τον οποίο προέρχεται, αλλά εν τέλει αποστατεί, δεν αποτελεί παρά το αποπαίδι των αξιών της υλικής ευμάρειας και της οικονομικής ασφάλειας που υποστηλώνουν τον πρώτο. Η ύπαρξη του ενός προϋποθέτει αυτη του άλλου και εκφάνσεις ακραίου και ανιδιοτελούς ρομαντισμού σαν αυτή του μετανοημένου γκάγκστερ, μην έχοντας θέση σε κανέναν από τους δύο κόσμους, είναι επόμενο ότι θα έχουν τραγική κατάληξη.
Σελίδες θα μπορούσαν να γεμίσουν με παρατηρήσεις για την ανεπανάληπτη γραφή του σκηνοθέτη, αναλύοντας τον τρόπο που καδράρει και κινεί την κάμερα για να αποδεσμεύσει κάποιο νόημα και όχι απλώς για λόγους στυλιζαρίσματος, τις εξαίσιες επαναλήψεις με αλλαγή του τόνου της σκηνής όπως στο εξαιρετικό φινάλε που η κάμερα επαναλαμβάνει σχεδόν αυτούσια τις κινήσεις μιας πανομοιότυπης σκηνής της αρχής της ταινίας για να καταλήξει σε μια διαμετρικά αντίθετη συναισθηματική κατάσταση εξαιτίας της συνειδητοποίησης της ηρωίδας, μέσω των όσων προηγήθηκαν, της πραγματικότητας της κατάστασής της (τα κάγκελα της κουπαστής του τελευταίου πλάνου δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών). Το επιστέγασμα, ενδεχομένως, μιας μεγάλης καριέρας και μια από τις πιο ανατρεπτικές ταινίες της εποχής της.
Σημείωση: H ταινία γνώρισε ένα σχετικά πρόσφατο remake, το Deep End με την θαυμάσια Tilda Swinton. Ταινία ενδιάφερουσα που, όμως, αδυνατεί να κινηθεί στα πολλαπλά νοηματικά επίπεδα του πρωτοτύπου, ούτε χαρακτηρίζεται από μια παρόμοια σύνθεση κινηματογραφικών ειδών και κωδίκων.